Ανεύρυσμα είναι η διόγκωση του μεγέθους των αρτηριών, οι οποίες δημιουργούνται λόγω αδυναμίας του τοιχώματος τους.
Το τοίχωμα αυτό, με την αυξημένη πίεση του αίματος, υποχωρεί και έτσι το αγγείο φουσκώνει. Το ανεύρυσμα παρατηρείται συχνότερα στην αορτή, αν και μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε αρτηρία όπως πχ στην ιγνυακή αρτηρία πίσω από το γόνατο. Η αορτή είναι το μεγαλύτερο αγγείο του σώματος που ξεκινά από την καρδιά, διασχίζει το θώρακα, την κοιλιά (κοιλιακή αορτή) και με παρακλάδια της τροφοδοτεί με αίμα ολόκληρο το σώμα. Υπάρχουν δύο είδη ανευρύσματος: το θωρακικό και το κοιλιακό.

ανεύρυσμα Αγγειοχειρουργός Αγγειολόγος Δρ. Γαλάνης Γεώργιος Αθήνα

ανεύρυσμα Αγγειοχειρουργός Αγγειολόγος Δρ. Γαλάνης Γεώργιος Αθήνα

Τι είναι το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής;

Το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής είναι η διόγκωση της θωρακικής αορτής, λόγω κάποιας αδυναμίας του τοιχώματος της. Η αορτή φουσκώνει κατά 100% σε σχέση με τη φυσιολογική της διάμετρο και αν δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να προκληθεί ρήξη , σοβαρή εσωτερική αιμορραγία και θάνατος.

Ποια είναι τα συμπτώματα του ανευρύσματος της θωρακικής αορτής;

Τις περισσότερες φορές το ανεύρυσμα θωρακικής αορτής είναι ασυμπτωματικό, δηλαδή δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα. Αν όμως υπάρξουν συμπτώματα, αυτά συνήθως είναι πόνος στην πλάτη, το στήθος ή την κοιλιά, ο οποίος ποικίλλει από μέτριας έως μεγάλης έντασης. Πολλές φορές τα πρώτα συμπτώματα μπορεί να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της ρήξης της αορτής.

Ποιες είναι οι αιτίες που προκαλούν το θωρακικό ανεύρυσμα;

Οι αιτίες που προκαλούν το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής είναι οι εξής: γενετική προδιάθεση (παθολογικά γονίδια), διάφορες αγγειακές παθήσεις ή ιστορικό τραύματος της αορτής, αθηροσκλήρωση (συνήθως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας) και πιο σπάνια το σύνδρομο Marfan. Παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση ανευρύσματος είναι η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό ανευρύσματος, οι καρδιοπάθειες, η υψηλή αρτηριακή πίεση και το κάπνισμα.

Πώς γίνεται η διάγνωση του θωρακικού ανευρύσματος;

Το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής, στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν παρουσιάζει συμπτώματα, έτσι η διάγνωση του πολλές φορές αποτελεί τυχαίο εύρημα διαφόρων ιατρικών εξετάσεων. Αυτές είναι η αξονική και μαγνητική τομογραφία. Με αυτές τις εξετάσεις διαγιγνώσκεται και αναλύεται ολόκληρη η αορτή και δίνονται οι περισσότερες και καλύτερες πληροφορίες για τα χαρακτηριστικά του ανευρύσματος, όπως ακριβής θέση, μέγεθος και σχήμα.

Τι θεραπείες υπάρχουν για το ανεύρυσμα της θωρακικής αορτής;

Για την αντιμετώπιση του θωρακικού ανευρύσματος υπάρχουν δύο θεραπείες, οι οποίες είναι οι εξής: Η κλασική ανοιχτή χειρουργική και η Ενδοαγγειακή (EVAR).

  • Ανοιχτή χειρουργική: Στην ανοιχτή χειρουργική επέμβαση ο χειρουργός πραγματοποιεί μια αριστερή θωρακοτομή και αντικαθιστά το προβληματικό ανευρυσματικό τμήμα της αορτής με ένα συνθετικό μόσχευμα, το οποίο ράβεται στην αορτή. Στην επέμβαση αυτή απαιτείται αποκλεισμός της ροής του αίματος στην αορτή κατά τη διάρκεια συρραφής του μοσχεύματος και γι αυτό το λόγο τοποθετούνται λαβίδες αποκλεισμού πάνω και κάτω από το ανεύρυσμα. Διαρκεί περίπου 4-5 ώρες και ο/η ασθενής παραμένει στη μονάδα εντατικής θεραπείας για λίγες ημέρες. Ο συνολικός χρόνος αποκατάστασης διαρκεί περίπου 3 – 6 μήνες, ανάλογα τον/ την ασθενή.
  • Ενδοαγγειακή θεραπεία: Η ενδοαγγειακή θεραπεία είναι μια νέα, σύγχρονη, ελάχιστα επεμβατική μέθοδος που πραγματοποιείται πλέον για τη θεραπεία των ασθενών με θωρακικό ανεύρυσμα. Σκοπό έχει τον αποκλεισμό του ανευρύσματος από την κυκλοφορία. Αυτό γίνεται με τη χρήση ενδοαγγειακού μοσχεύματος, το οποίο τοποθετείται εσωτερικά της αορτής. Στην ενδοαγγειακή αντιμετώπιση δεν απαιτείται θωρακοτομή, ούτε αποκλεισμός της θωρακικής αορτής. Η επέμβαση διαρκεί 1- 3 ώρες και μπορεί να γίνει ολική ή και τοπική αναισθησία. Μετά το χειρουργείο οι ασθενείς νοσηλεύονται για κάποιες ημέρες ( συνήθως 2 -4 ). Απαιτείται μετεγχειρητικός έλεγχος τον πρώτο μήνα, τους 6 μήνες, τους 12 και 1 φορά το χρόνο μετά τον πρώτο χρόνο της επέμβασης. Η επανεξέταση αυτή περιλαμβάνει απλή ακτινογραφία θώρακος, αξονική τομογραφία και κλινική εξέταση.

 

Τι είναι το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής;

Το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι η διάταση της διαμέτρου της κοιλιακής αορτής. Το ανεύρυσμα χαρακτηρίζεται από αύξηση της διαμέτρου της αορτής διπλάσια ή μεγαλύτερη  από το φυσιολογικό, το οποίο κυμαίνεται γύρω στα 2 εκατοστά. Αυτό οφείλεται σε μια φλεγμονώδη διαδικασία που καταστρέφει τα τοιχώματα της αορτής με αποτέλεσμα την αδυναμία αντίστασής τους στην πίεση του αίματος και την αύξηση της διαμέτρου της.

Ποια είναι τα συμπτώματα του κοιλιακού ανευρύσματος;

Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής τις περισσότερες φορές δεν παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα. Εάν εμφανιστούν όμως αυτά είναι: έντονος πόνος στην κοιλιακή χώρα ( γύρω από τον ομφαλό), στην οσφύ ή το θώρακα, αίσθημα παλμών στην κοιλιά σε συνδυασμό με τους παλμούς της καρδιάς, αίσθημα λιποθυμίας συμπτώματα συμβατά με επαπειλούμενη ή  ανοικτή ρήξη του ανευρύσματος . Σε κάποιες περιπτώσεις ο γιατρός μπορεί με την ψηλάφηση να αισθανθεί μια  σφύζουσα  μάζα στην κοιλιακή χώρα του/της ασθενούς.

Ποια είναι τα αίτια που προκαλούν το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής;

Ακριβή αίτια για την εμφάνιση του κοιλιακού ανευρύσματος δεν γνωρίζουμε. Παράγοντες όμως θεωρούνται η κληρονομικότητα, η ηλικία, το φύλο(εμφανίζεται σε μεγαλύτερο ποσοστό στους άντρες), η υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση), η υψηλή χοληστερίνη, ο διαβήτης, η παχυσαρκία, το μεταβολικό σύνδρομο και το κάπνισμα. Επίσης κάποια σπάνια σύνδρομα, όπως το σύνδρομο Marfan.

 

Πώς γίνεται η διάγνωση του κοιλιακού ανευρύσματος;

Αρχικά με μια απλή κλινική εξέταση, ο γιατρός μπορεί να υποπτευθεί την ύπαρξη ανευρύσματος. Η σφύζουσα μάζα στην κοιλιά μπορεί να είναι το πρώτο σημάδι για περαιτέρω εξετάσεις. Αυτές είναι το υπερηχογράφημα κοιλιάς και στη συνέχεια η αξονική τομογραφία άνω και κάτω κοιλίας για τον προσδιορισμό χαρακτηριστικών του ανευρύσματος (μέγεθος, θέση).

Ποιες θεραπείες υπάρχουν για το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής;

Δύο είναι οι επιλογές αντιμετώπισης του κοιλιακού ανευρύσματος. Η μία είναι η κλασική ανοιχτή χειρουργική και η δεύτερη η ενδοαγγειακή EVAR).

  • Ανοιχτή χειρουργική μέθοδος: Στην κλασική ανοιχτή χειρουργική μέθοδο γίνεται μια τομή στην κοιλιά. Από εκεί ο αγγειοχειρουργός φτάνει στην αορτή και αντικαθιστά το κατεστραμμένο τμήμα της με ένα συνθετικό μόσχευμα. Τα άκρα του μοσχεύματος αυτού είναι ίσα σε μέγεθος με τη φυσιολογική αορτή και ράβονται σε αυτήν, πάνω και κάτω από το ανεύρυσμα. Η διάρκεια είναι 2-4 ώρες και απαιτείται ολική αναισθησία. Ο/Η ασθενής πρέπει να παραμείνει για ένα ή δύο 24ωρα στη μονάδα εντατικής θεραπείας και ο γενικός χρόνος νοσηλείας στο νοσοκομείο είναι περίπου 5- 7 ημέρες. Η πλήρης ανάρρωση διαρκεί περίπου ένα (1) μήνα.
  • Ενδοαγγειακή μέθοδος: Η ενδοαγγειακή μέθοδος πραγματοποιείται με μικρές τομές στις βουβωνικές περιοχές. Από την αρτηρία της βουβωνικής περιοχής εισάγεται στο σώμα ένα μόσχευμα, το οποίο μεταφέρεται στην επιθυμητή περιοχή μέσω ενός ειδικού καθετήρα. Κατά τη διάρκεια της επέμβασης πραγματοποιείται συνεχώς ακτινοσκόπιση για τη σωστή καθοδήγηση του μοσχεύματος. Το μόσχευμα αυτό τοποθετείται μέσα στην αορτή και αναγκάζει το αίμα να περνά μέσα από αυτό και όχι από το ανεύρυσμα. Έτσι, δε δέχεται πιέσεις το ανεύρυσμα και εξαφανίζεται ο κίνδυνος ρήξης του. Η ενδοαγγειακή μέθοδος γίνεται είτε με γενική είτε με τοπική αναισθησία και έχει διάρκεια 2-3 ώρες. Ακόμα η επιβάρυνση του/ της ασθενούς είναι μικρότερη σε σχέση με την ανοιχτή χειρουργική, καθώς και ο χρόνος παραμονής του/της στο νοσοκομείο διαρκεί λίγες ημέρες. Η μετεγχειρητική παρακολούθηση αποτελείται από την κλινική εξέταση, απλή ακτινογραφία, υπερηχογράφημα, αξονική τομογραφία και πρέπει να γίνεται τον 1ο, 6ο και 12ο μήνα και στη συνέχεια 1 φορά το χρόνο.

Ο αγγειοχειρουργός σας θα σας ενημερώσει για  το ποια είναι η καταλληλότερη για την περίπτωσή σας  μέθοδος για να αντιμετωπιστεί το ανεύρυσμα.